γομαράγκαθο

γομαράγκαθο
το чертополох

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "γομαράγκαθο" в других словарях:

  • γομαράγκαθο — το κοινή ονομασία διαφόρων αγκαθωτών φυτών …   Dictionary of Greek

  • γομαράγκαθο — το το γαϊδουράγκαθο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • άκανθα — Το αγκάθι, βελονοειδές έκφυμα των φυτών. Με το ίδιο όνομα υπάρχει και θάμνος που αριθμεί τρεις ποικιλίες, ά. η βασιλική, ά. η ινδική και ά. η αραβική καθώς και ένα δέντρο ιθαγενές της Αιγύπτου, γνωστό με την επιστημονική ονομασία ά. η αιγύπτια. Ά …   Dictionary of Greek

  • κίρσιο — (Cirsium). Γένος διετών ή πολυετών ποωδών φυτών της οικογένειας των συνθέτων, το οποίο περιλαμβάνει περίπου 200 είδη των εύκρατων χωρών του βορείου ημισφαιρίου. Τα φυτά αυτά είναι ζιζάνια, τα περισσότερα με αγκαθωτά ή λοβωτά φύλλα. Τα άνθη τους… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»